Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας συνεχίζει την προσπάθεια εκφοβισμού και πίεσης των εκπαιδευτικών, που εδώ και σχεδόν 1,5 χρόνο δίνουν μάχη ενάντια στα αντιεκπαιδευτικά σχέδια κατηγοριοποίησης των σχολείων και απαξίωσης των μορφωτικών δικαιωμάτων των μαθητών. Σε μια περίοδο, μάλιστα, που οι εκπαιδευτικοί -και ειδικά της Β’/βάθμιας Εκπαίδευσης- «τρέχουν και δε φτάνουν» με διαγωνίσματα, διορθώσεις γραπτών, καταχωρήσεις απουσιών και όλες τις άλλες εργασίες -διδακτικές και μη- που τους βαρύνουν.
Η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΙΘ, αποκομμένη πλήρως από την πραγματικότητα, αδιαφορώντας πλήρως για μαθητές και εκπαιδευτικούς, έχει έναν και μόνο στόχο: να περάσει η πολιτική της κυβέρνησης στην εκπαίδευση κι ας πάει πίσω η εκπαιδευτική διαδικασία. Την ίδια στάση κρατούν και πολλοί συντονιστές εκπαίδευσης, πιέζοντας συναδέλφους ώστε να συμπληρωθούν οι δείκτες, όπως ακριβώς θέλουν οι ίδιοι κι όχι οι εκπαιδευτικοί.
Κυβέρνηση και ΥΠΑΙΘ γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι εκπαιδευτικοί, με τις συλλογικές μας αποφάσεις, δεν αποδεχόμαστε, απορρίπτουμε τα αντιεκπαιδευτικά σχέδια της κυβέρνησης, τη βαθιά αντιεκπαιδευτική αξιολόγηση. Η συντριπτική πλειοψηφία των συναδέλφων στέκεται απέναντι στα σχέδια για κατηγοριοποίηση και ταξική διαφοροποίηση των σχολείων, για απαξίωση της ολόπλευρης μόρφωσης για όλα τα παιδιά και στροφή στις εφήμερες δεξιότητες, για τη μεταφορά του κόστους ακόμα περισσότερο στις τσέπες των γονιών, για την απαξίωση των συλλόγων διδασκόντων και την αλλοίωση του παιδαγωγικού ρόλο των εκπαιδευτικών.
Οι ευθύνες της πλειοψηφίας της ΟΛΜΕ είναι τεράστιες! Έχουν αφήσει τον κλάδο ακάλυπτο εδώ και περισσότερο από έναν χρόνο, κόντρα στην εκφρασμένη διάθεση χιλιάδων εκπαιδευτικών για συνέχιση του αγώνα. Αντιμάχονται μετά μανίας κάθε συζήτηση για επαναπροκήρυξη της Απεργίας-Αποχής που κατά κοινή ομολογία αποτελεί το πιο ισχυρό μας όπλο ενάντια στην «αξιολόγηση» και το πλέον ικανό να συσπειρώσει τον κλάδο! Από την άλλη, ακόμα περιμένουμε από την ΟΛΜΕ να ανακοινώσει εκείνους τους περίφημους «άλλους τρόπους και μέσα» που δήθεν θα εξασφάλιζαν τη συνέχιση του αγώνα. Αντίθετα, η πλειοψηφία του Δ.Σ. της ΟΛΜΕ έχει κυριολεκτικά «εξαφανίσει» εντελώς ως θέμα την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας! Ουσιαστικά, αρνούνται να ενεργοποιήσουν τον κλάδο ώστε να εκφραστεί συλλογικά η αντίθεσή του στην αντιεκπαιδευτική αξιολόγηση.
Η ΕΛΜΕ Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου αποφασίζει τα παρακάτω βήματα:
- Καλούμε την ΟΛΜΕ να πάρει άμεσα θέση και να καλύψει τους εκπαιδευτικούς ώστε να αντισταθούν στη συμπλήρωση των δεικτών της αξιολόγησης.
- Απαιτούμε την άμεση προκήρυξη απεργίας – αποχής από την ΟΛΜΕ (χωρίς καμιά υποχώρηση στις αντιδραστικές προϋποθέσεις του ν. Χατζηδάκη), ώστε να εκφραστεί συλλογικά η αντίθεση του κλάδου.
- Η ΕΛΜΕ Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου καταθέτει πρόταση (ακολουθεί) μπροστά στην επόμενη φάση της αξιολόγησης (10/12/2022), με βάση τις θέσεις και τα αιτήματα του κλάδου, η οποία μπορεί να αξιοποιηθεί από τους συναδέλφους. Καλούμε τους συντονιστές των ομάδων και στην τρέχουσα συγκυρία να αξιοποιούν το κείμενο της ΕΛΜΕ, ώστε σε κάθε περίπτωση να αποτυπώνουν τις θέσεις του κλάδου.
Υπενθυμίζουμε επίσης:
- Οι συντονιστές εκπαίδευσης δεν έχουν κανένα δικαίωμα να τροποποιήσουν τη διατύπωση ή να επιβάλλουν στις ομάδες να γράψουν κάτι συγκεκριμένο στους δείκτες αξιολόγησης.
ΑΠΟΦΑΣΗ-ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΛΜΕ ΛΗΜΝΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΜΕ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΣΥΣΠΕΙΡΩΜΕΝΟΙ ΣΤΟ ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΜΑΣ
ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΜΑΣΤΕ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΜΑΣ
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
Οι εκπαιδευτικοί που εργαζόμαστε στο Δημόσιο Σχολείο αντιμετωπίζουμε, στην προσπάθεια για τη διαπαιδαγώγηση και τη μόρφωση των μαθητών μας, πολλά και οξυμένα προβλήματα, που αφορούν συνολικά το πλαίσιο λειτουργίας της εκπαίδευσης και ασφαλώς και το σχολείο που εργάζομαι. Τα προβλήματα αυτά, τόσο του κάθε σχολείου, όσο και συνολικά της εκπαίδευσης, είναι γνωστά και καταγεγραμμένα στο Υπουργείο Παιδείας. Οι εκπαιδευτικοί, είτε ως άτομα, είτε ως Σύλλογος Διδασκόντων, είτε μέσα από την ΕΛΜΕ, είτε από κοινού με γονείς και μαθητές, έχουμε καταθέσει, προφορικά ή γραπτά, τις απόψεις μας και τα αιτήματά μας, στη Διοίκηση και στο Υπουργείο Παιδείας, χωρίς καμία ανταπόκριση.
Στο πλαίσιο αυτό, διαχρονικά διεκδικούμε την κάλυψη των εκπαιδευτικών κενών με μαζικούς, μόνιμους διορισμούς, τη συχνή επιμόρφωση των εκπαιδευτικών με απαλλαγή από τα διδακτικά καθήκοντα, τη γενναία αύξηση της χρηματοδότησης, την πρόσληψη διοικητικού προσωπικού, την παρουσία εξειδικευμένου βοηθητικού επιστημονικού προσωπικού, (πχ ψυχολόγοι) και πολλά άλλα.
Αντί να ικανοποιηθούν τα παραπάνω, κοινή διαπίστωση είναι ότι τα σχολεία λειτουργούν χάρη στο φιλότιμο, στην προσπάθεια και στην προσφορά των εκπαιδευτικών, όπως έδειξε ανάγλυφα η περίοδος της καραντίνας. Οι εκπαιδευτικοί, εκτός από τα διδακτικά τους καθήκοντα, διεκπεραιώνουν πλήθος άλλων εργασιών και δραστηριοτήτων, άσχετων με το διδακτικό τους έργο, ενώ συνεχώς επιφορτίζονται και νέα καθήκοντα.
Είναι προφανές, λοιπόν, ότι η αξιολόγηση και οι σχετικές διαδικασίες, όπως δείκτες, βαθμολόγηση δεικτών κ.α. και μάλιστα με “εντέλλεσθε”, δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα στην ανάδειξη και κυρίως στη λύση των έτσι και αλλιώς γνωστών στο ΥΠΑΙΘ προβλημάτων της Δημόσιας Εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών. Αντίθετα, η διεθνής πείρα δείχνει ότι, όπου εφαρμόστηκαν τα μέτρα αυτά, βάθυνε η κατηγοριοποίηση των σχολείων, η εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης, ο ανταγωνισμός μεταξύ των σχολικών μονάδων, ενώ σχολεία οδηγήθηκαν σε κλείσιμο.
Πιο συγκεκριμένα, για τους άξονες-δείκτες που προτείνει το ΥΠΑΙΘ:
Για την εφαρμογή καινοτόμων διδακτικών πρακτικών, εφαρμογή διαφοροποιημένης μάθησης, υποστήριξη ένταξης ευάλωτων ομάδων μαθητών/τριών και μαθητών/τριών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Σήμερα η πλειοψηφία των σχολικών κτηρίων είναι ακατάλληλα, με σημαντικές ελλείψεις στην υλικοτεχνική υποδομή. Μέσα στον Δεκέμβρη υπάρχουν ακόμα ελλείψεις στο Ειδικό Βοηθητικό και στο Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό. Το 30% των σχολικών κτηρίων είναι 50ετίας. Γυμναστήριο έχει το 19% των Δημοτικών, το 42% των Γυμνασίων/Λυκείων και το 17% των ΕΠΑΛ. Αίθουσα πολλαπλών χρήσεων έχει το 27% Δημοτικών. Εργαστήριο Φυσικών Επιστημών έχει το 5% Δημοτικών και το 26% των Γυμνασίων/Λυκείων. Βιβλιοθήκη έχει το 12% των Δημοτικών, το 38% των Γυμνασίων/Λυκείων και το 37% των ΕΠΑΛ. Η δε διαφοροποιημένη μάθηση δεν μπορεί να εφαρμοστεί, σε ένα σχολείο που κυνηγάει δείκτες, που εφαρμόζει έντονους εξεταστικούς φραγμούς (τράπεζα θεμάτων, εξετάσεις τύπου Pisa).
Η υλοποίηση των παραπάνω δεικτών συνδέεται με:
- Με ετήσια επιστημονική επιμόρφωση και απαλλαγή από τα διδακτικά καθήκοντα.
- Δημιουργία ψηφιακού-υποστηρικτικού υλικού για τους εκπαιδευτικούς.
- Δημιουργία σύγχρονων υποδομών, εργαστήριων και βιβλιοθηκών.
- Ολόπλευρη μόρφωση των παιδιών με βάση ένα ενιαίο αναλυτικό πρόγραμμα που θα μορφώνει όλα τα παιδιά, θα συνδέει τη θεωρία με την πράξη, την επιστήμη με την Τέχνη και τον Αθλητισμό. Θα παρέχει σύγχρονα και καλογραμμένα βιβλία σε όλα τα παιδιά, αλλά και όλο το αναγκαίο υποστηρικτικό υλικό. Θα προσφέρει την απαραίτητη στήριξη και ενισχυτική δομή με βάση και τις ιδιαίτερες ανάγκες και δυσκολίες των μαθητών.
Για την παρακολούθηση/μείωση της σχολικής διαρροής, μέριμνα για τη μετάβαση από βαθμίδα σε βαθμίδα και την αγορά εργασίας.
Είναι γνωστό από πληθώρα μελετών και στοιχείων ότι τα αίτια της σχολικής διαρροής έχουν κατά βάση κοινωνική προέλευση. Η καταβαράθρωση των μισθών και συνακόλουθα του βιοτικού επιπέδου, οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, η αύξηση της ανεργίας στις οικογένειες χιλιάδων μαθητών μας αποτυπώνεται στην αύξηση των μαθησιακών προβλημάτων. Συγχρόνως, το γεγονός ότι δεν διδάσκονται όλα τα μαθήματα σε όλα τα σχολεία από την αρχή της χρονιάς, η αποδοχή ότι η παρεχόμενη εκπαιδευτική διαδικασία μπορεί να διαφοροποιείται ανά περιοχή και σχολείο (υποδομή, προσωπικό, κενά κ.α) αντικειμενικά οξύνει τις ανισότητες και την σχολική διαρροή. Επιπλέον, στο σημερινό σχολείο πολύ μεγάλες είναι οι ελλείψεις στη στήριξη και τα αντισταθμιστικά μέτρα για αυτές τις οικογένειες, η εξειδικευμένη βοήθεια από ψυχολόγο και κοινωνικό λειτουργό, όπως διεκδικούμε οι εκπαιδευτικοί, ενώ ο αριθμός των μαθητών ανά τάξη είναι πολύ πίσω από τις σύγχρονες ανάγκες.
Ουσιαστική εκπαιδευτική πολιτική για τη σχολική διαρροή σημαίνει:
- Ενισχυτική Διδασκαλία και Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη από την αρχή της χρονιάς.
- 20 μαθητές ανά τάξη (και 15 στην πανδημία), για να μπορούν να στηριχθούν όλα τα παιδιά.
- Τμήματα ένταξης και υποδοχής με βάση τις ανάγκες και την σημερινή ελληνική πραγματικότητα.
- Ενιαίο εκπαιδευτικό πρόγραμμα για όλους τους μαθητές. Κάλυψη όλων των εκπαιδευτικών αναγκών σε όλα τα σχολεία από την αρχή της χρονιάς.
Για τις σχέσεις μεταξύ μαθητών/τριων.
Σήμερα ανησυχία προκαλεί η αύξηση της σχολικής βίας εντός και εκτός σχολείου. Οι συνέπειες του μακροχρόνιου εγκλεισμού, το υποβαθμισμένο σχολικό περιβάλλον, η υπερφορτωμένη τάξη, η φτωχοποίηση της κοινωνίας και οι αξίες του ανταγωνισμού και του ατομισμού συμβάλλουν στην όξυνση αυτού του προβλήματος. Η λειτουργία της εκπαίδευσης οφείλει να κινείται στην αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων:
- Αναπροσαρμογή των αναλυτικών προγραμμάτων και της σχολική ύλης. Εντοπισμός των μαθησιακών κενών που έχουν προκύψει τα δύο τελευταία χρόνια και επιστημονικός – παιδαγωγικός σχεδιασμός για την αντιμετώπισή τους.
- 20 μαθητές ανά τάξη.
- Πρόγραμμα σχολικών γευμάτων κρατικά οργανωμένο με επέκταση σε όλα τα σχολεία.
- Δωρεάν εκδρομές για όλους τους μαθητές.
- Αναβάθμιση των πολιτιστικών και αθλητικών δραστηριοτήτων στα σχολεία με την υλοποίηση των αντίστοιχων υποδομών και κάλυψη του απαραίτητου προσωπικού.
- Ειδικό επιστημονικό και βοηθητικό προσωπικό σε όλα τα σχολεία.
Για την καλλιέργεια κλίματος σεβασμού και εμπιστοσύνης μεταξύ μαθητών/τριών και εκπαιδευτικών.
Σημειώνουμε ότι ο ρόλος του Συλλόγου Διδασκόντων που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τέτοιες πλευρές διαρκώς υποβαθμίζεται με σειρά νομοθετημάτων, ενώ απουσιάζει το εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό, που θα μπορούσε να διαχειριστεί ενδοσχολικές αντιπαραθέσεις μεταξύ των μαθητών αλλά και εκπαιδευτικών και μαθητικών που οξύνθηκαν την περίοδο της πανδημίας. Άμεση ανάγκη αποτελεί η πρόσληψη σταθερού ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού σε όλα τα σχολεία (ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, νοσηλευτές).
Για την ανάπτυξη διαύλων επικοινωνίας, υποστήριξη και ενίσχυση της συνεργασίας σχολείου – οικογένειας, κοινωνίας, την υποστήριξη δράσεων ενημέρωσης γονέων/κηδεμόνων για θέματα κοινού ενδιαφέροντος.
Οι σύλλογοι γονέων, οι μαζικοί φορείς και τα σωματεία στα πλαίσια της αυτοτελούς λειτουργίας τους και των διακριτών τους ρόλων μπορούν σε πνεύμα συνεργασίας να συναντηθούν με τα αιτήματα και τις αγωνίες των εκπαιδευτικών και των μαθητών. Μέσα από τα όργανά τους και την αλληλοτροφόδοτηση μπορούν να εντοπίσουν καλύτερα, να εξειδικεύσουν τις γενικές και ειδικές ανάγκες κάθε σχολείου και να ζητήσουν από την πολιτεία την ικανοποίηση όλων των σχετικών αναγκών.
Για την αξιοποίηση του εκπαιδευτικού προσωπικού, την κατανομή και διαχείριση πόρων, την αξιοποίηση σχολικών πόρων και υποδομών.
Η συνεργασία των μελών της εκπαιδευτικής κοινότητας με σκοπό την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού έργου και των υποδομών προϋποθέτει:
- Την κάλυψη όλων των αναγκών και την επαρκή χρηματοδότηση όλων των σχολείων.
- Άμεση εξάλειψη του φαινόμενου των προκάτ/σχολείων.
- Ειδικές αίθουσες σε κάθε σχολείο.
- Κάλυψη όλων των αναγκών σε προσωπικό.
- Καμία εμπλοκή των γονέων και ιδιωτικών φορέων στην χρηματοδότηση των σχολείων.
Σε διαφορετική περίπτωση η μόρφωση και το επίπεδο της εκπαιδευτικής διαδικασίας θα διαφοροποιείται ανά σχολείο με αποτέλεσμα την ανισότιμη μόρφωση.
Για την συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε επιμορφωτικές δράσεις.
Ισότιμη συμμετοχή των εκπαιδευτικών στην επιμόρφωση σημαίνει:
- Δραστική εξάλειψη του φαινομένου ένας στους τρεις εκπαιδευτικούς να εργάζεται σε δύο και περισσότερα σχολεία.
- Ετήσια επιμόρφωση των εκπαιδευτικών με απαλλαγή από τα διδακτικά καθήκοντα.
Για τη συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε ευρωπαϊκά προγράμματα, που όμως είναι γνωστό ότι δεν απευθύνονται σε όλα τα παιδιά.
Τα χρήματα που δίνονται για τη χρηματοδότηση αυτών των προγραμμάτων θα μπορούσαν να κατευθυνθούν στην κάλυψη ουσιαστικών αναγκών των σχολείων και των μαθητών. Πολλά από αυτά τα προγράμματα οδηγούν στη διάσπαση του ενιαίου χαρακτήρα του ενιαίου προγράμματος σπουδών.
Για τον εσωτερικό κανονισμό
Κανείς δεν είναι ενάντια στη θέσπιση κανόνων ορθής λειτουργίας της σχολικής μονάδας, στα πλαίσια των ευρύτερων στοχεύσεων δημιουργίας κλίματος εμπιστοσύνης, αλληλεγγύης και σεβασμού ανάμεσα στα μέλη της σχολικής κοινότητας. Ενημερώνουμε την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, που πιθανόν αδυνατεί να το αντιληφθεί, ότι όλα αυτά συμβαίνουν και σήμερα. Πολλά από τα κοινωνικά και εκπαιδευτικά προβλήματα που ξεσπούν μέσα στο σχολείο έχουν την αιτία τους σε προβλήματα που γεννιούνται έξω από αυτό. Η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών, με συναίσθηση του παιδαγωγικού μας ρόλου, μέσα από τους συλλόγους διδασκόντων, χωρίς τυμπανοκρουσίες, αντιμετωπίζουμε καθημερινά απλά ή συνθετότερα προβλήματα.
Οι εκπαιδευτικοί θα συνεχίσουμε, όπως κάναμε μέχρι τώρα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μας, να συμβάλλουμε στη λειτουργία του Δημόσιου Σχολείου και ταυτόχρονα, να διεκδικούμε ένα σχολείο Δημόσιο και Δωρεάν για όλα τα παιδιά, χωρίς φραγμούς και διακρίσεις.
ΜΠΡΟΣΤΑ ΟΙ ΜΟΡΦΩΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΜΑΣ!
Ο ΑΥΤΑΡΧΙΣΜΟΣ ΔΕ ΘΑ ΠΕΡΑΣΕΙ!